8 Μαρτίου: Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας. Μία επέτειος μνήμης και τιμής των αγώνων για ίσα δικαιώματα. Μία ημερομηνία που ανάμεσα σε όλες αυτές που έχουμε σημειώσει με κεφαλαία γράμματα, κατέχει μία εξέχουσα θέση για τη ροή της ιστορίας και τις σημαντικές κοινωνικές αλλαγές που διαδραματίστηκαν.
Ποια είναι όμως η ιστορική διαδρομή της Παγκόσμιας Ημέρας της Γυναίκας; Τι αποτέλεσε αφορμή και πώς καθιερώθηκε;
Η ιστορική διαδρομή της Παγκόσμιας Ημέρας της Γυναίκας δεν ξεκίνησε με την υιοθέτησή από τον ΟΗΕ το 1977. Γιορτάστηκε για πρώτη φορά στις 28 Φεβρουαρίου 1909 στην Νέα Υόρκη, ως Εθνική Ημέρα της Γυναίκας, με πρωτοβουλία του Σοσιαλιστικού Κόμματος των ΗΠΑ, εις μνήμην μιας μεγάλης εκδήλωσης διαμαρτυρίας που έγινε στις 8 Μαρτίου 1857 από εργάτριες κλωστοϋφαντουργίας στη Νέα Υόρκη, οι οποίες ζητούσαν καλύτερες συνθήκες εργασίας. Το περιστατικό αυτό αμφισβητείται σήμερα από μερίδα Αμερικανών ιστορικών και χαρακτηρίζεται ως επίπλαστό.
Με αφετηρία τις ΗΠΑ, ο εορτασμός διεθνοποιήθηκε τον επόμενο χρόνο, κατά την διάρκεια του δευτέρου συνεδρίου του γυναικείου τμήματος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς (2η Διεθνής), που έγινε στην Κοπεγχάγη (26-27 Αυγούστου 1910). Οι 100 σύνεδροι από 17 χώρες υιοθέτησαν την πρόταση τριών Γερμανίδων (Λουίζ Τσιτς, Κλάρα Τσέτκιν και Κέτε Ντούνκερ) να γιορτάζεται κάθε χρόνο η Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας, ως ένα βήμα για την προώθηση της ισότητας των δύο φύλων, που θα περιλάμβανε και το εκλογικό δικαίωμα, το οποίο δεν υπήρχε καθολικά για όλες τις γυναίκες του πλανήτη, παρότι είναι η πιο σημαντική απόδειξη της άσκησης ελευθερίας ενός πολίτη.
Στις 19 Μαρτίου 1911 γιορτάστηκε για πρώτη φορά η Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας στην Αυστρία, την Γερμανία, την Ελβετία και την Δανία. Κοινός τόπος και στις τέσσερις χώρες ήταν η ψήφος στο γυναικείο φύλο και η ανάδειξή του σε δημόσια αξιώματα. Οι Αμερικανίδες συνέχιζαν να γιορτάζουν την δική τους εθνική ημέρα την τελευταία Κυριακή του Φεβρουαρίου. Το 1914, η Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας γιορτάστηκε στην Γερμανία στις 8 Μαρτίου, είτε επειδή ήταν Κυριακή είτε σε ανάμνηση της απεργίας του 1857 στην Νέα Υόρκη και έκτοτε καθιερώθηκε η ημερομηνία αυτή για τον εορτασμό, η οποία υιοθετήθηκε αρκετά χρόνια αργότερα από τον ΟΗΕ.
Μετά την επικράτηση της Οκτωβριανής Επανάστασης στη Ρωσία (1917), η φεμινίστρια Αλεξάνδρα Κολοντάι έπεισε τον Λένιν να καθιερώσει την 8η Μαρτίου ως επίσημη αργία. Αργία μόνο για τις γυναίκες καθιερώθηκε στην Κίνα μετά την επικράτηση των κομμουνιστών του Μάο Τσε Τουνγκ. Γρήγορα, όμως, η Διεθνής Ημέρα της Γυναίκας έχασε το πολιτικό και διεκδικητικό της υπόβαθρο και εορτάζεται ως έκφραση συμπάθειας και αγάπης των ανδρών προς τις γυναίκες, με προσφορά λουλουδιών και δώρων.
Η άνοδος του φεμινιστικού κινήματος στη Δύση τη δεκαετία του ’60 αναζωπύρωσε την Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας, η οποίας από το 1977 διεξάγεται υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, με αιχμή του δόρατος την ανάδειξη των γυναικείων προβλημάτων και δικαιωμάτων.
Η θέση της γυναίκας στον σύγχρονο κόσμο
Σε έναν σύγχρονο κόσμο σαν αυτόν που ζούμε, η μνήμη αυτής της ημέρας για τους σωστούς λόγους κρίνεται παραπάνω από απαραίτητη καθώς η διεκδίκηση των δικαιωμάτων των θηλυκών οντοτήτων προχωράει, έχοντας όμως να αντιμετωπίσει μία μεγάλη παθογένεια και αυτή είναι η ουσία των δικαιωμάτων και το ερώτημα αν έχουν αλλάξει τα πράγματα φαινομενικά ή έμπρακτα.
Εν έτει 2022 κοινωνίες που έχουν αποτελέσει φάρο του πολιτισμού, σύγχρονες δυτικές χώρες και πόλεις μαστίζονται περισσότερο από ποτέ από την ενδοοικογενειακή βία και τις γυναικοκτονίες.
Πληθώρα μελετητών και επιστημόνων θεωρούν ότι η αιτία της έξαρσης βίας απέναντι στις γυναίκες είναι το ξέσπασμα της πανδημίας του κορωνοϊού και τις πρωτόγνωρες συνθήκες του εγκλεισμού και των lockdown που γνώρισε όλη η υφήλιος.
Όμως αυτή στην ουσία είναι μόνο μία αφορμή να αποκαλυφθεί ένα τεράστιο παγόβουνο αντιλήψεων που είναι βαθιά ριζωμένες στη δομή της πατριαρχικής κοινωνίας η οποία έχει συνηθίσει να εκφράζεται με συγκεκριμένους τρόπους και να ακολουθεί είτε συνειδητά, είτε ασυνείδητα ήθη και έθιμα τα οποία έχουν μεταφερθεί από γενιά σε γενιά ως κάτι φυσιολογικό, όπως η ανάγκη της αναπνοής για τη συνέχεια της ζωής.
Αναφορικά στη χώρα μας την περσινή χρονιά (2021) η κοινωνία βίωσε 17 καταγεγραμμένες γυναικοκτονίες και ήδη από τις αρχές του 2022 υπάρχουν ήδη 2 γυναίκες που δυστυχώς έχασαν τη ζωή τους από τα χέρια του συντρόφου τους ή του πρώην συντρόφου τους. Λίγο πιο μακριά από τη δύση (όχι όμως πολύ) στη γειτονική Τουρκία, το 2021 καταγράφηκαν 450 γυναικοκτονίες, ενώ στο Αφγανιστάν μετά την επικράτηση του καθεστώτος των Ταλιμπάν η γυναικεία οντότητα αιμορραγεί ακατάπαυστα με όλους εμάς θεατές σε ένα φυλετικό λουτρό αίματος.
Με βάση αυτές τις μαύρες στατιστικές και άλλες διαφορές που υπάρχουν στην εργασιακή νοοτροπία μεταξύ των δύο φύλων αλλά και λαμβάνοντας υπόψιν τα κοινωνικά στερεότυπα που προκαλούν τις γυναίκες να μην αποφασίζουν για τη ζωή τους πάντοτε με αποκλειστικό γνώμονα τα θέλω και τα όνειρά τους, κρίνεται απαραίτητη η ουσιαστική και άμεση παρέμβαση της πολιτείας.
Βρισκόμαστε στο 2022 που ο απολογισμός για τις κακοποιημένες και δολοφονημένες θηλυκές υπάρξεις είναι τραγικός όμως ο όρος γυναικοκτονία αναγνωρίζεται βραδυκίνητα χωρίς σημαντικές έμπρακτες αλλαγές. Διότι αυτό που είναι ουσιώδες, αυτό το οποίο λαχταρούν οι διεκδικητές των γυναικείων δικαιωμάτων και είναι σύνθημά τους κάτι τέτοιες ώρες, όπως αυτή της Παγκόσμιας Ημέρας της Γυναίκας δεν είναι η καθιέρωση ενός θεωρητικού, παθητικού όρου αλλά η διεκδίκηση της προσθήκης μίας πραγματικότητας, στο καθημερινό λεξιλόγιο αλλά ΚΥΡΙΩΣ στο νομικό και θεσμικό πλαίσιο ως κινητήριος δύναμη για ριζικές αλλαγές του συστήματος που αφήνει τις γυναίκες να φοβούνται για το ποια θα είναι η επόμενη που θα φύγει με αυτό τον άδικο τρόπο.
Οι αγώνες και οι διεκδικήσεις θα συνεχίζονται μέχρι να μην είναι καμία μόνη και αυτή η φράση να αποτελεί μία κυριολεξία και όχι μία “υπερρεαλιστική μεταφορά“.