Στον 7ο όροφο της Ασφάλειας Αττικής όπου στεγάζονται τα γραφεία του τμήματος Εγκλημάτων Κατά Ιδιοκτησίας ή για τους παλαιότερους «Διαρρηκτών – Ληστειών», τα βλέμματα τραβά ο θυρεός με έναν λύκο ο οποίος ουρλιάζει. Το δεύτερο χαρακτηριστικό των στελεχών της συγκεκριμένης υπηρεσίας είναι η φράση «δεν ξεχνάμε ποτέ…» την οποία συχνά-πυκνά χρησιμοποιούν.
Έτσι ακριβώς συμβαίνει και με δύο συγκεκριμένες ληστείες που έγιναν πριν από χρόνια στην περιοχή των Αμπελοκήπων και του Πειραιά με ομηρία πελατών και στόχο των κακοποιών τις δεκάδες θυρίδες.
Σύμφωνα με πληροφορίες, τις τελευταίες ημέρες οι αστυνομικοί έχουν ανοίξει και πάλι τους φακέλους των δύο υποθέσεων, καθώς ερευνούν το ενδεχόμενο να έχουν στα χέρια τους κάποιους από τους φυσικούς αυτουργούς αλλά και μερικά από τα «σύνεργα» της δουλειάς τους.
Όλα ξεκίνησαν όταν πέρασαν χειροπέδες σε τέσσερις σεσημασμένους κακοποιούς και παλαιούς «γνώριμους» της υπηρεσίας, οι οποίοι είχαν στην κατοχή τους «βαρύ» οπλισμό. Συγκεκριμένα, «δύο καλάσνικοφ, ένα ημιαυτόματο υποπολυβόλο, δύο πιστόλια, ένα περίστροφο, τρία αεροβόλα, πλήθος φυσιγγίων και γεμιστήρων, μπουφάν και καπέλα τύπου τζόκεϊ με τα διακριτικά της ΕΛ.ΑΣ.». Όπως έδειξε ο βαλλιστικός έλεγχος, τα όπλα ήταν «καθαρά» και δεν είχαν ποτέ χρησιμοποιηθεί σε κάποια παράνομη ενέργεια. «Καταλήξαμε στην αποθήκη στην περιοχή των Αχαρνών, καθώς ένα από τα μέλη διαπιστώσαμε ότι έκανε… συχνές επισκέψεις και κάτι τέτοιο μας κίνησε την περιέργεια. Το γεγονός ότι είχαν συγκεντρωμένο στην αποθήκη τόσο μεγάλο αριθμό όπλων μας κάνει να θεωρούμε ότι ενδεχομένως να ετοίμαζαν κάποιο εντυπωσιακό ‘‘χτύπημα’’ το επόμενο χρονικό διάστημα και να τους χαλάσαμε τα σχέδια. Όμως δεν… περιμένουμε να το παραδεχτούν κιόλας» λέει αστυνομικός που ασχολείται με τη «σκληρή» συμμορία.
Τα δύο «γνώριμα» μέλη της συμμορίας ήταν ένας 26χρονος, ο οποίος τον περασμένο Ιούλιο συνελήφθη και κατηγορήθηκε για ανατινάξεις ΑΤΜ σε Αττική, Στερεά Ελλάδα, Εύβοια και Πελοπόννησο. Έμεινε λίγους μήνες προφυλακισμένος και όταν αφέθηκε με όρους φαίνεται ότι ξαναβγήκε στην «πιάτσα» των παρανόμων. Ο δεύτερος, ηλικίας 40 ετών, είχε «πρωταγωνιστήσει» σε μια αιματηρή ληστεία το 2016 στις εγκαταστάσεις γνωστής εταιρείας αλλαντικών στην περιοχή της Κηφισιάς. Τότε είχαν αρπάξει τα χρήματα που προορίζονταν για μισθούς και δώρα Χριστουγέννων των υπαλλήλων και είχαν διαφύγει με αυτοκίνητα τα οποία πυρπόλησαν στην Κηφισιά και στον Ασπρόπυργο.
Όμως αυτό που τράβηξε το ερευνητικό ενδιαφέρον των αστυνομικών και «έχει βάλει φωτιά» στο πεδίο των ερευνών είναι οι λαστιχένιες, ολοπρόσωπες μάσκες από σιλικόνη. «Όλες οι ληστείες που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια και στις οποίες οι δράστες χρησιμοποίησαν μάσκες σιλικόνης έχουν εξιχνιαστεί. Αυτές που μένουν ακόμα με την ένδειξη ‘‘ανεξιχνίαστη’’ είναι μια περίπτωση τον Αύγουστο του 2016 στους Αμπελοκήπους και τον Απρίλιο του 2017 στην Καλλίπολη του Πειραιά» λέει αξιωματικός που «έχει πέσει με τα μούτρα» στην έρευνα των δύο ληστειών.
Στην πρώτη ληστεία, που είχε γίνει στις 9 Αυγούστου 2016, ένας από τους δράστες ήταν… φαλακρός, καθώς η μάσκα σιλικόνης που φορούσε ήταν χωρίς μαλλιά, όπως και μία από αυτές που βρέθηκαν στην αποθήκη της σπείρας. Το ρολόι έδειχνε 2.15 το μεσημέρι και στην Αθήνα η υγρασία του καλοκαιριού προκαλούσε ασφυξία σε όποιον περπατούσε στη Λεωφόρο Κηφισίας. Ο κλιματισμός της τράπεζας προσέφερε δροσιά και αυτό βοήθησε τους δύο αγνώστους που εισέβαλαν και φορούσαν μάσκες σιλικόνης να ακινητοποιήσουν τους επτά υπαλλήλους και τους πέντε πελάτες. Τους έβαλαν όλους μαζί, εκτός από τη διευθύντρια και έναν υπάλληλο, ενώ τα κινητά τηλέφωνα των πελατών τα ακούμπησαν πάνω σε ένα γκισέ. Ύστερα από 45 λεπτά άνοιξαν την πόρτα και μπήκαν άλλοι δύο συνεργοί τους, οι οποίοι φορούσαν περούκες και μάσκες, ενώ είχαν μαζί τους και έναν τροχό. Υποχρέωσαν τη διευθύντρια να ανοίξει το χρηματοκιβώτιο και στη συνέχεια διέρρηξαν 22 θυρίδες.
«Οι δεύτεροι δράστες που μπήκαν στην τράπεζα ήταν εύσωμοι και φορούσαν φόρμες. Φεύγοντας από το κατάστημα έριξαν χλωρίνη για να σβήσουν αποτυπώματά τους και γενετικό υλικό» λέει στην «ΜΠΑΜ στο Ρεπορτάζ» αστυνομικός που είχε ασχοληθεί με την υπόθεση τότε. Οι δράστες, έχοντας βάλει στο χέρι τη λεία από τις θυρίδες, εξαφανίστηκαν πεζοί από τη Λεωφόρο Κηφισίας, με τις πληροφορίες να λένε ότι εξαφανίστηκαν «σαν να άνοιξε η γη και τους κατάπιε».
Πέρασαν επτά μήνες μέχρι δύο άγνωστοι να εισβάλουν στις 2.00 το μεσημέρι στο υποκατάστημα της Τράπεζας Πειραιώς στην οδό Χατζηκυριάκου 27, στην Καλλίπολη του Πειραιά. Κρατούσαν στα χέρια τους σάκους όπου έκρυβαν ένα καλάσνικοφ, ένα πιστόλι και μία χειροβομβίδα, ακινητοποιώντας τους πέντε πελάτες και τους τρεις υπαλλήλους. Λίγο αργότερα στην τράπεζα μπήκαν ακόμα δύο ένοπλοι συνεργοί τους, οι οποίοι κατευθύνθηκαν στο ημιυπόγειο του υποκαταστήματος και άρχισαν να ανοίγουν θυρίδες. Φορούσαν μάσκες σιλικόνης και μιλούσαν σπαστά ελληνικά, όπως έλεγαν οι μαρτυρίες πελατών και υπαλλήλων.
«Αυτό που μας είχε κάνει εντύπωση ήταν η ικανότητα ενός εκ των δραστών να ανοίξει μέσα σε διάστημα περίπου δύο ωρών 50 θυρίδες από τις συνολικά 200 που υπήρχαν μέσα στην τράπεζα. Είχε μαζί του και συσκευές οξυγονοκόλλησης» θυμάται αστυνομικός που είχε ασχοληθεί με την έρευνα της συγκεκριμένης υπόθεσης. Και σε αυτήν την περίπτωση οι δράστες πριν φύγουν από τον χώρο έριξαν χλωρίνη για να σβήσουν τα ίχνη τους χρησιμοποιώντας… πιεστικό μηχάνημα!
Σύμφωνα με μαρτυρίες, ο ένας δράστης ήταν κοντός και λεπτός, ενώ οι άλλοι τρεις ήταν εύσωμοι και ψηλοί. Είχαν πιθανότατα ενδοεπικοινωνία για να συνομιλούν με συνεργούς τους έξω από την τράπεζα.
Το ερώτημα λοιπόν για τους «λύκους» του τμήματος Εγκλημάτων Κατά Ιδιοκτησίας είναι αν θα καταφέρουν να βρουν κάποιο στοιχείο που θα συνδέσει τις δύο ληστείες με τα ευρήματα και τα πρόσωπα που ήδη έχουν προφυλακιστεί.
Με πληροφορίες από την εφημερίδα «Μπαμ»