Σε ένα παλιό καΐκι στη παραλία της Πάτρας είχε βρει καταφύγιο ο 60χρονος μακελάρης της Ανδραβίδας, και κρύβονταν τις ημέρες που τον αναζητούσε η αστυνομία.
Σύμφωνα με πληροφορίες ο δολοφόνος υπέδειξε στους αστυνομικούς της Ασφάλειας το αλιευτικό σκάφος, όπου βρήκαν υπολείμματα φαγητού, μπουκάλια με νερό και κλινοσκεπάσματα. Ο 60χρονος δράστης την πρώτη ημέρα της δολοφονίας, φιλοξενήθηκε σε διαμέρισμα της πολυκατοικίας, όπου έκρυβε το φονικό πιστόλι Zastava των 9mm, και τις υπόλοιπες μέρες κρύβονταν στο καΐκι στη μαρίνα της πόλης.
Το βράδυ της περασμένης Παρασκευής, (4/3) βγήκε από την κρυψώνα του μπήκε στο αγροτικό αυτοκίνητό του και επέστρεφε στην Ανδραβίδα, για να πάρει τα χρήματα που είχε κρύψει ανάμεσα σε γυψοσανίδες.
Όταν έφτασε πεζός έξω από την διώροφη οικία, τον αντιλήφθηκαν οι αστυνομικοί αλλά και ο ίδιος τους διώκτες τους. Επέστρεψε στο αυτοκίνητο του και βγήκε στην εθνική οδό για να επιστρέψει στην Αχαϊκή πρωτεύουσα. Στη διαδρομή της επιστροφής τον εντόπισαν πληρώματα περιπολικών, και τον ακολουθήσουν μέχρι το ύψος του Παμπελοποννησιακού, τον ακινητοποίησαν και του πέρασαν χειροπέδες.
Στην Ασφάλεια Πατρών που οδηγήθηκε αρχικά ομολόγησε το έγκλημα του ζευγαριού αλλά για τα παιδιά απέφυγε να περιγράψει τον τρόπο που τα δολοφόνησε.
Στη συνέχεια υπέδειξε στους αστυνομικούς το λεβητοστάσιο της πολυκατοικίας που έκρυβε το φονικό όπλο. Όπως διαπιστώθηκε από την βαλλιστική εξέταση δεν ήταν το πιστόλι με το οποίο είχε θεωρηθεί ύποπτος ότι είχε πυροβολήσει το 2013 για ασήμαντη αφορμή έναν γείτονά του.
Με το πιστόλι τύπου Zastava πυροβόλησε μια φορά στο κεφάλι την 37χρονη χρησιμοποιώντας για σιγαστήρα ένα μαξιλάρι, και τον σύζυγό της δύο φορές στο κεφάλι.