Ένοχη κρίθηκε η 34χρονη για την υπόθεση απαγωγής και σεξουαλικής κακοποίησης της 10χρονης Μαρκέλλας στη Θεσσαλονίκη.
Το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο αποφάσισε την ενοχή της 34χρονης για την υπόθεση αρπαγής και σεξουαλικής κακοποίησης της ανήλικης και την αθώωσή της για διακίνηση ναρκωτικών.
Παράλληλα, έκρινε ένοχο τον 41χρονο συγκατηγορούμενό της για τη συνεργεία στην απαγωγή της ανήλικης και αθώο για τη συνεργία στην έκθεση.
Στην απολογία της, η 34χρονη ζήτησε «συγγνώμη», παραδεχόμενη ότι έδωσε στη μικρή και ναρκωτικά, αλλά και ηρεμιστικό χάπι, σημειώνοντας ότι δεν άγγιξε τα ευαίσθητα σημεία της μικρής, όπως αναφέρεται στην δικογραφία.
«Δεν πήρα το παιδί για να το απαγάγω, ούτε είχα διάθεση να ασελγήσω»
Σύμφωνα με όσα έγιναν γνωστά, η 34χρονη ανέφερε πως ο πρώην σύζυγός της, την ωθούσε στην πορνεία επειδή είχε οικονομικό πρόβλημα, ενώ συμπλήρωσε πως συνέχισε να εκδίδεται αφότου χώρισε, για να μπορεί να βγάζει τα προς το ζην.
«Μου έλειπε το παιδί μου. Είχα κάνει χρήση. Πήγα από το σχολείο. Είδα την ανήλικη, με την οποία γνωριζόμασταν, και θεώρησα φυσιολογικό να την πάρω στο σπίτι να παίξουμε, να βγάλω τα μητρικά μου ένστικτα. Με ακολούθησε με προθυμία χωρίς να υπάρξει καμία βία. Εάν εκείνη τη στιγμή δεν με ακολουθούσε, δεν θα γινόταν τίποτα. Το ταξί δεν σταμάτησε πουθενά, η διαδρομή ήταν συνεχόμενη. Πήγαμε σπίτι, την έβαλα να καθίσει στο σαλόνι, είχα πάρει κάποια τρόφιμα για να φάει. Τον χυμό τον είχαμε μαζί, δεν είχα αναμείξει τίποτα εκείνη την στιγμή» ανέφερε στην απολογία της για τη στιγμή της απαγωγής.
Σε άλλο σημείο της απολογίας της, η 34χρονη ισχυρίστηκε ότι «κάλυπτα το δικό μου κενό, επειδή έλειπε το παιδί μου».
«Ήμουν σε μία συνεχόμενη πλάνη. Έβγαλα τα παπούτσια της, κρύωναν τα ποδαράκια της και πρότεινα να κάνουμε μπάνιο. Δεν μπήκα ποτέ στην μπανιέρα μαζί της. Όταν μπήκε στο νερό προθυμοποιήθηκα να της πλύνω το σώμα με σαμπουάν. Δεν άγγιζα τα ευαίσθητα σημεία με τον τρόπο που περιγράφεται στη δικογραφία. Έφερα καθαρά ρούχα να φορέσει. Μετά ανοίξαμε ένα κουτί με φο-μπιζού, ένα παιχνίδι που έπαιζα και με τη δική μου την κόρη» είπε.
Η κατηγορούμενη τόνισε στην απολογία της πως πανικοβλήθηκε λόγω της έκτασης που πήρε η υπόθεση της εξαφάνισης της 10χρονης και πως της έδωσε και ναρκωτικά, αλλά και ηρεμιστικό χάπι.
«Το απόγευμα η μικρή με ρώτησε πότε θα πάει σπίτι. Με ρωτούσε εάν είναι καλά η μαμά της και εκεί κατάλαβα ότι έκανα λάθος κι ότι έπρεπε να την πάω σπίτι. Έκανα μία τελευταία χρήση ναρκωτικών κι έκοψα μισό ηρεμιστικό το οποίο έδωσα στην μικρή. Λυπάμαι πάρα πολύ γι’ αυτό. Δεν ζαλίστηκε κατευθείαν. Της είπα “πάμε να κοιμηθούμε και αύριο το πρωί θα σε πάω στην μητέρα σου”. Την πήγα στην κρεβατοκάμαρα, την καθησύχασα. Προσπάθησα να μην δείξω τον πανικό μου. Γιατί πηγαινοερχόμουν συνέχεια, έδειχνα ότι ήμουν σε πανικό. Όταν κοιμήθηκε το παιδί, πήγα να καθίσω στο σαλόνι και παρακολούθησα την εξέλιξη της υπόθεσης».
Επίσης, ζήτησε συγγνώμη και δήλωσε πως δεν είχε διάθεση να ασελγήσει στο παιδί ούτε να το απαγάγει.
«Πήρα το παιδί να το φροντίσω. Ζητώ συγγνώμη, δεν το πήρα για να το απαγάγω ούτε είχα διάθεση να ασελγήσω. Δεν είχα ποτέ τέτοια διάθεση με παιδιά. Ήμουν φυσιολογικός άνθρωπος. Την επόμενη μέρα το παιδί ήταν δύσκολο να συνέλθει. Του έδινα φαγητό, για να είναι ψυχικά και σωματικά όσο γίνεται καλύτερα. Θεώρησα ότι τα είχα κάνει καλά» είπε χαρακτηριστικά.
Συνέχισε λέγοντας ότι έδωσε ναρκωτική ουσία στην ανήλικη σε μία προσπάθεια «να την αφυπνίσει όσο πιο γρήγορα γίνεται».
«Εννοείται ότι ήταν κακή η ιδέα. Θεωρούσα ότι θα με κάνει πιο γρήγορα να απεμπλακώ απ’ όλη αυτή την κατάσταση που είχε δημιουργηθεί. Έδειχνε να μην αντιδράει και αποφασίσαμε να κοιμηθεί λίγο ακόμη. Το ίδιο έκανα κι εγώ για να συνέλθουμε. Όλο το διάστημα που ήταν το παιδί στο σπίτι δεν μετακινήθηκα, δεν πήγα πουθενά».